Дворец στα ελληνικά
Μετάφραση: дворец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέγαρο, ανάκτορο, παλάτι, Palace, παλατιού, ανακτόρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- двойственный στα ελληνικά - ταλαντευόμενος, διπλός, διπλής, διπλή, διπλό, διπλού
- двор στα ελληνικά - προαύλιο, ερωτοτροπώ, αυλή, τόπος, μέρος, δικαστήριο, τοποθετώ, ...
- дворецкий στα ελληνικά - μπάτλερ, Butler, οικονόμος, η Butler
- дворник στα ελληνικά - επιστάτης, θυρωρός, επιστάτη, janitor, φύλακα
Τυχαίες λέξεις
Дворец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέγαρο, ανάκτορο, παλάτι, Palace, παλατιού, ανακτόρου
Μεταφράσεις: μέγαρο, ανάκτορο, παλάτι, Palace, παλατιού, ανακτόρου