Допотопный στα ελληνικά

Μετάφραση: допотопный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεπαλαιωμένος, απαρχαιωμένος, προκατακλυσμιαίος, προκατακλυσμιαίο, προκατακλυσμιαία, προκατακλυσμιαίους, απηρχαιωμένες
Допотопный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дополуденный στα ελληνικά - antemeridian
  • дополучать στα ελληνικά - αποκτώ, λαμβάνω, παραλαμβάνω, παίρνω, dopoluchaet
  • допрашивать στα ελληνικά - ζήτημα, εξετάζω, ερώτημα, ερώτηση, ανακρίνω, λόγω, εν λόγω
  • допрос στα ελληνικά - ανακριτικός, ανάκριση, ερώτημα, ανακρίνω, διεργασία, ερώτηση, εξέταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Допотопный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεπαλαιωμένος, απαρχαιωμένος, προκατακλυσμιαίος, προκατακλυσμιαίο, προκατακλυσμιαία, προκατακλυσμιαίους, απηρχαιωμένες