Жалящий στα ελληνικά

Μετάφραση: жалящий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδόπιστος, δηκτικός, τσούξιμο, τσιμπήματος, τσίμπημα, το τσίμπημα
Жалящий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • жалующийся στα ελληνικά - γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, διαμαρτυρίες, διαμαρτύρεται, ζήτησε από, ζήτησε, διαμαρτυρίες του
  • жалюзи στα ελληνικά - παραθυρόφυλλο, Βενετικά στόρια, Οριζόντιων Περσίδων, βενετσιάνικα στόρια, τα βενετσιάνικα στορ, βενετσιάνικα στορ
  • жандарм στα ελληνικά - χωροφύλακας, χωροφύλακα, χωροφυλακής, της χωροφυλακής
  • жандармерия στα ελληνικά - χωροφυλακή, χωροφυλακής, της χωροφυλακής, τη χωροφυλακή
Τυχαίες λέξεις
Жалящий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδόπιστος, δηκτικός, τσούξιμο, τσιμπήματος, τσίμπημα, το τσίμπημα