Житель στα ελληνικά

Μετάφραση: житель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοικος, άνθρωποι, άνθρωπος, κολίγας, κόσμος, πληθυσμός, κάτοχος, κατοικία, ένοικος, πολίτης, νοικάρης, μόνιμος, κάτοικο, κάτοικο και, κεφαλή
Житель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • жиронепроницаемый στα ελληνικά - λαδόχαρτο, αντικολλητικό, αδιαπέραστο σε λιπαρές, αδιαπέραστος από λιπαρές ουσίες, από λιπαρές ουσίες
  • житейский στα ελληνικά - ζωτικός, ουσιώδης, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, καθημερινής, καθημερινές
  • жительница στα ελληνικά - κάτοικος, μόνιμος, κατοικούν, διαμένουν, κάτοικο, κατοίκου
  • жительство στα ελληνικά - διατριβή, κατοικία, μένω, διαμονή, διαμονής, κατοικίας, παραμονής
Τυχαίες λέξεις
Житель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοικος, άνθρωποι, άνθρωπος, κολίγας, κόσμος, πληθυσμός, κάτοχος, κατοικία, ένοικος, πολίτης, νοικάρης, μόνιμος, κάτοικο, κάτοικο και, κεφαλή