Жуткий στα ελληνικά
Μετάφραση: жуткий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντοκράτορας, παντοδύναμος, άρρωστος, φοβερός, τρομακτικός, τρομερός, απόκοσμος, αλλόκοτος, φριχτός, απαίσιος, αφύσικος, στοιχειωμένος, τρομακτικό, spooky, απόκοσμο, ντυμένοι φαντάσματα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- журчать στα ελληνικά - γκρινιάζω, κυμάτισμα, παφλάζω, κελαρύζω, φούσκα, φουσκάλα, συμπλέκομαι, ...
- журчащий στα ελληνικά - φλύαρος, murmurous
- жутко στα ελληνικά - ανατριχιαστικός, ανατριχιαστικό, creepy, ανατριχιαστική, ανατριχιαστικά
- жуть στα ελληνικά - φρίκη, τρόμος, παραδοξότητα, ηρινές, παραδοξότης, eeriness
Τυχαίες λέξεις
Жуткий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντοκράτορας, παντοδύναμος, άρρωστος, φοβερός, τρομακτικός, τρομερός, απόκοσμος, αλλόκοτος, φριχτός, απαίσιος, αφύσικος, στοιχειωμένος, τρομακτικό, spooky, απόκοσμο, ντυμένοι φαντάσματα
Μεταφράσεις: παντοκράτορας, παντοδύναμος, άρρωστος, φοβερός, τρομακτικός, τρομερός, απόκοσμος, αλλόκοτος, φριχτός, απαίσιος, αφύσικος, στοιχειωμένος, τρομακτικό, spooky, απόκοσμο, ντυμένοι φαντάσματα