Заживать στα ελληνικά
Μετάφραση: заживать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсурд στα ελληνικά - γελοιότητα, βλακείες, ανοησίες, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, ...
- валет στα ελληνικά - γρύλος, Jack, Τζακ, ο Jack, του Jack
- говядина στα ελληνικά - βοδινό κρέας, βοδινό, βοείου κρέατος, βόειο κρέας, του βοείου
- демократический στα ελληνικά - δημοκρατικός, δημοκρατική, δημοκρατικών, δημοκρατικό, δημοκρατικής
Τυχαίες λέξεις
Заживать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Μεταφράσεις: γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται