Заканчивать στα ελληνικά

Μετάφραση: заканчивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρέφω, ανατέλλω, ολόκληρος, τερματισμός, αυξάνομαι, τέλος, πνιγηρός, κολλητός, ζαρώνω, τελειώνω, συμπεραίνω, αποπνιχτικός, κοντά, κάνω, περατώνω, ορθώνομαι, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, τερματισμού
Заканчивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воздуходувка στα ελληνικά - έκρηξη, φυσητήρας, φυσητήρα, ανεμιστήρα, ανεμιστήρας, του ανεμιστήρα
  • выкинуть στα ελληνικά - αποβάλλω, ρίχνω, πετώ, πέταγμα, εγκαταλείπουν, εγκατάλειψης, εγκαταλείπουν το, ...
  • вынуть στα ελληνικά - εκχύλισμα, αποσπώ, αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει
  • дамаст στα ελληνικά - δαμασκός, δαμασκηνό, damask, δαμασκηνά, δαμασκηνό ύφασμα
Τυχαίες λέξεις
Заканчивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρέφω, ανατέλλω, ολόκληρος, τερματισμός, αυξάνομαι, τέλος, πνιγηρός, κολλητός, ζαρώνω, τελειώνω, συμπεραίνω, αποπνιχτικός, κοντά, κάνω, περατώνω, ορθώνομαι, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, τερματισμού