Заслонить στα ελληνικά
Μετάφραση: заслонить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλύπτω, επισκιάσει, επισκιάσουν, επισκιάζουν, επισκιάζει, να επισκιάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- демотический στα ελληνικά - δημοτική, δημοτικής, δημοτικά, δημοτικών, τη δημοτική
- доверие στα ελληνικά - πίστωση, αυτοπεποίθηση, πεποίθηση, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, εχεμύθεια, εξάρτηση, ...
- доркинг στα ελληνικά - Ντόρκινγκ, Dorking, του Dorking
- доход στα ελληνικά - επιστροφή, εξυπηρέτηση, επιτόκιο, ενδιαφέρον, τόκος, αισχρός, επιστρέφω, ...
Τυχαίες λέξεις
Заслонить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλύπτω, επισκιάσει, επισκιάσουν, επισκιάζουν, επισκιάζει, να επισκιάσει
Μεταφράσεις: καλύπτω, επισκιάσει, επισκιάσουν, επισκιάζουν, επισκιάζει, να επισκιάσει