Затвердить στα ελληνικά
Μετάφραση: затвердить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βεβαιώνω, κράτος, εγκρίνω, κρατίδιο, υποστηρίζω, επιβεβαιώνω, διεκδικώ, διαβεβαιώνω, επιδοκιμάζω, κυρώνω, επικυρώνω, μάθουν από την καρδιά, μάθουν από καρδιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- босой στα ελληνικά - ξυπόλυτος, χωρίς παπούτσια, ξυπόλητος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι
- ведать στα ελληνικά - αντεπεξέρχομαι, αγορά, διευθύνω, ξέρω, καταφέρνω, μοιράζω, γνωρίζω, ...
- доводиться στα ελληνικά - έχε, έχω, κοινοποιούνται, ανακοινώνονται, γνωστοποιούνται, κοινοποιείται, ανακοινώνεται
- забиваться στα ελληνικά - αποκτώ, κρύβομαι, κρύβω, παίρνω, να γίνει σωριασμένο
Τυχαίες λέξεις
Затвердить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βεβαιώνω, κράτος, εγκρίνω, κρατίδιο, υποστηρίζω, επιβεβαιώνω, διεκδικώ, διαβεβαιώνω, επιδοκιμάζω, κυρώνω, επικυρώνω, μάθουν από την καρδιά, μάθουν από καρδιάς
Μεταφράσεις: βεβαιώνω, κράτος, εγκρίνω, κρατίδιο, υποστηρίζω, επιβεβαιώνω, διεκδικώ, διαβεβαιώνω, επιδοκιμάζω, κυρώνω, επικυρώνω, μάθουν από την καρδιά, μάθουν από καρδιάς