Зашнуровывать στα ελληνικά

Μετάφραση: зашнуровывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δένω, γραβάτα, κορδόνια, δαντέλες, τα κορδόνια, κορδόνι, κορδονιών
Зашнуровывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арбуз στα ελληνικά - καρπούζι, καρπουζιού, το καρπούζι, καρπουζιών, καρπούζια
  • вакансия στα ελληνικά - κενό, αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
  • вниз στα ελληνικά - πούπουλο, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
  • голодранец στα ελληνικά - ζητιάνος, εξαντλημένος, deadbeat
Τυχαίες λέξεις
Зашнуровывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δένω, γραβάτα, κορδόνια, δαντέλες, τα κορδόνια, κορδόνι, κορδονιών