Знающий στα ελληνικά

Μετάφραση: знающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνετός, φρόνιμος, επιδέξιος, ικανός, επιτήδειος, σοφός, γνωρίζοντας, ξέροντας, γνωρίζει, γνωρίζουν, γνώση
Знающий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • балласт στα ελληνικά - έρμα, σαβουρώνω, σαβούρα, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast
  • глаз στα ελληνικά - φωτερός, εμφάνιση, ξανθός, φαίνομαι, οφθαλμός, βλέμμα, φωτίζω, ...
  • езда στα ελληνικά - οδήγηση, βόλτα, ατραξιόν, οδηγώ, ιππεύω, ιππασία, οδήγησης, ...
  • завести στα ελληνικά - παίρνω, άνεμος, φέρνω, αιολική, κουρδίζω, αρχή, εκκίνηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Знающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνετός, φρόνιμος, επιδέξιος, ικανός, επιτήδειος, σοφός, γνωρίζοντας, ξέροντας, γνωρίζει, γνωρίζουν, γνώση