Излучение στα ελληνικά

Μετάφραση: излучение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκλυση, εκπομπή, ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας
Излучение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барабанить στα ελληνικά - νικώ, δέρνω, χτυπώ, τύμπανο, τυμπάνου, το τύμπανο, του τυμπάνου, ...
  • блокпост στα ελληνικά - θαλαμίσκος, ταχυδρομώ, φραγμός, στηρίγματα, καμπίνα, πόστο, δοκάρι, ...
  • валять στα ελληνικά - εργοστάσιο, ανατροπή, κύλινδρος, αλέθω, κυλώ, μύλος, ψωμάκι, ...
  • двоиться στα ελληνικά - πηγαίνω, διαιρείται σε δύο, αιώρημα διαιρείται σε δύο
Τυχαίες λέξεις
Излучение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκλυση, εκπομπή, ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας