Испепелять στα ελληνικά

Μετάφραση: испепелять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποτεφρώνω, τσιγαρίζω, ξαπλώνω, τσιτσιρίζω, στρώνω, κοσμικός, αποτεφρώνουν, αποτεφρώνει, αποτεφρώνετε, την αποτέφρωση, αποτεφρώνονται
Испепелять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • белоруска στα ελληνικά - Λευκορωσικά, Λευκορωσίας, λευκορωσικές, της Λευκορωσίας, λευκορωσική
  • вечерня στα ελληνικά - Εσπερινός, εσπερινό, τον εσπερινό, εσπερινού, vespers
  • высокопарность στα ελληνικά - μεγαλορρημοσύνη, μεγαλορρήμονας, πομπώδης, μεγαλοστομία, στόμφο
  • гастрономический στα ελληνικά - γαστρονομικός, γαστρονομικές, γαστρονομική, γαστρονομικό, γαστρονομικής
Τυχαίες λέξεις
Испепелять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποτεφρώνω, τσιγαρίζω, ξαπλώνω, τσιτσιρίζω, στρώνω, κοσμικός, αποτεφρώνουν, αποτεφρώνει, αποτεφρώνετε, την αποτέφρωση, αποτεφρώνονται