Истечение στα ελληνικά
Μετάφραση: истечение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινωνικός, εκροή, εξωστρεφής, εκδηλωτικός, άφεση, ροή, ρέω, απολύω, εκπυρσοκρότηση, διάχυση, λήξη, εκπνοή, λήξης, τη λήξη, λήξης που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богоотступничество στα ελληνικά - αποστασία, αποστασίας, την αποστασία, η αποστασία, της αποστασίας
- встречать στα ελληνικά - συνάντηση, συναντώ, χαιρετώ, χαιρετίζω, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, ...
- динамик στα ελληνικά - ομιλητής, ηχείο, ηχείων, ομιλητή, ηχείου
- довести στα ελληνικά - αποδεικνύω, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
Τυχαίες λέξεις
Истечение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινωνικός, εκροή, εξωστρεφής, εκδηλωτικός, άφεση, ροή, ρέω, απολύω, εκπυρσοκρότηση, διάχυση, λήξη, εκπνοή, λήξης, τη λήξη, λήξης που
Μεταφράσεις: κοινωνικός, εκροή, εξωστρεφής, εκδηλωτικός, άφεση, ροή, ρέω, απολύω, εκπυρσοκρότηση, διάχυση, λήξη, εκπνοή, λήξης, τη λήξη, λήξης που