Капать στα ελληνικά
Μετάφραση: капать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάζω, καταβρέχω, σταγόνα, σταλάζω, μειώνομαι, ρανίδα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- возможно στα ελληνικά - μπορεί, ίσως, ενδεχομένως, ίσως και, ίσως να
- вторгаться στα ελληνικά - αθετώ, επιδρομή, παραβαίνω, εισβάλλω, παραβιάζω, καταπατούν, σφετερισμό, ...
- вымочить στα ελληνικά - εμποτίζω, απότομος, απόκρημνος, μουσκεύω, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ...
- девчонка στα ελληνικά - κορίτσι, πατσαβούρα, κατσικάκι, παιδί, πιτσιρίκος, πόρνη, gal, ...
Τυχαίες λέξεις
Капать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάζω, καταβρέχω, σταγόνα, σταλάζω, μειώνομαι, ρανίδα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
Μεταφράσεις: στάζω, καταβρέχω, σταγόνα, σταλάζω, μειώνομαι, ρανίδα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει