Клеймо στα ελληνικά

Μετάφραση: клеймо, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφραγίδα, εντυπωσιάζω, καίω, τεμαχίζω, χαρτόσημα, σημαίνω, τσεκουριά, λεκιάζω, κηλίδα, κόβω, στιγματίζω, στίγμα, σημάδι, γραμματόσημο, σημειώνω, βούλα, μάρκα, μάρκας, εμπορικό σήμα, σήμα, σήματος
Клеймо στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • венецианский στα ελληνικά - ενετικός, ενετικό, βενετσιάνικο, βενετσιάνικη, βενετσιάνικα
  • вражда στα ελληνικά - αντίθεση, ανταγωνισμός, καταφορά, εμπάθεια, εχθρότητα, τιμάριο, αντιπολίτευση, ...
  • высадка στα ελληνικά - προσγείωση, πλατύσκαλο, εκφόρτωσης, προσγείωσης, εκφόρτωση, προορισμού
  • выстилать στα ελληνικά - παρατάσσω, καλύπτω, ρυτίδα, λιθοστρώνω, επενδύω, γραμμή, προλειάνει, ...
Τυχαίες λέξεις
Клеймо στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφραγίδα, εντυπωσιάζω, καίω, τεμαχίζω, χαρτόσημα, σημαίνω, τσεκουριά, λεκιάζω, κηλίδα, κόβω, στιγματίζω, στίγμα, σημάδι, γραμματόσημο, σημειώνω, βούλα, μάρκα, μάρκας, εμπορικό σήμα, σήμα, σήματος