Коса στα ελληνικά
Μετάφραση: коса, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλεξούδα, ρελιάζω, φτύνω, πλέκω, ουρά, πτυχή, δρεπάνι, κοτσίδα, πτύω, πλεξίδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- администратор στα ελληνικά - διαχειριστής, διαχειριστικός, διευθυντής, θεματοφύλακας, διαχειριστή, διαχειριστή του, το διαχειριστή, ...
- выдыхаться στα ελληνικά - ισοπεδώνω, ισιώνω, χάνω, πετυχημένο
- выравниваться στα ελληνικά - δικαίωμα, αναπτύσσομαι, αναπτύσσω, ντύνω, ίσος, φόρεμα, ντύνομαι, ...
- длинноногий στα ελληνικά - μακροπόδαρος, leggy, μεγαλώσει το, ψηλά και λεπτά, άνισα
Τυχαίες λέξεις
Коса στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλεξούδα, ρελιάζω, φτύνω, πλέκω, ουρά, πτυχή, δρεπάνι, κοτσίδα, πτύω, πλεξίδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια
Μεταφράσεις: πλεξούδα, ρελιάζω, φτύνω, πλέκω, ουρά, πτυχή, δρεπάνι, κοτσίδα, πτύω, πλεξίδα, πλεξούδας, σιρίτια, σειρήτια