Красноречивость στα ελληνικά

Μετάφραση: красноречивость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευφράδεια, ευγλωττία, την ευγλωττία, ευγλωττίας, γλαφυρότητα
Красноречивость στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гильза στα ελληνικά - περιστατικό, κέλυφος, θάμνος, βαλίτσα, θήκη, υπόθεση, καβούκι, ...
  • горбящийся στα ελληνικά - ασπόνδυλος, gorbyaschiysya
  • дидактический στα ελληνικά - διδακτικός, διδακτική, διδακτικό, διδακτικές, διδακτικών
  • дрофа στα ελληνικά - ωτίς, αγριόγαλο, αγριόγαλος, bustard
Τυχαίες λέξεις
Красноречивость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευφράδεια, ευγλωττία, την ευγλωττία, ευγλωττίας, γλαφυρότητα