Крепкий στα ελληνικά
Μετάφραση: крепкий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλύγιστος, ισχυρός, δύσκολος, γρήγορος, σκληροτράχηλος, συμπαγής, ακλόνητος, αξιόπιστος, σφιχτός, συνεπής, στενός, ήχος, ρωμαλέος, φωνή, απτόητος, ουσιαστικός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безмолвный στα ελληνικά - μουγγός, ακίνητος, γαλήνιος, σιωπηλός, εμβρόντητος, άναυδος, ήρεμος, ...
- благоговение στα ελληνικά - δέος, ευλάβεια, σεβασμό, σεβασμού, σεβασμός, ευλάβειας
- вассал στα ελληνικά - δορυφόρος, υποτελής, υποτελή, υποτελείς, υποτελών, υποτελές
- детектив στα ελληνικά - ντετέκτιβ, αστυνομικό, αστυνομικών, ντέντεκτιβ, αστυνομικός
Τυχαίες λέξεις
Крепкий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλύγιστος, ισχυρός, δύσκολος, γρήγορος, σκληροτράχηλος, συμπαγής, ακλόνητος, αξιόπιστος, σφιχτός, συνεπής, στενός, ήχος, ρωμαλέος, φωνή, απτόητος, ουσιαστικός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Μεταφράσεις: αλύγιστος, ισχυρός, δύσκολος, γρήγορος, σκληροτράχηλος, συμπαγής, ακλόνητος, αξιόπιστος, σφιχτός, συνεπής, στενός, ήχος, ρωμαλέος, φωνή, απτόητος, ουσιαστικός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές