Лепной στα ελληνικά
Μετάφραση: лепной, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαστικός, στόκος, γυψομάρμαρο, στόκο, από γυψομάρμαρο, γυψομαρμαροκονίαμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесправие στα ελληνικά - απουσία, ανομία, ανομίας, την ανομία, παρανομίας, παρανομία
- взаимопроникающий στα ελληνικά - αλληλοδιεισδύοντος, διαδιεισδυτικό, ενδοδιεισδυτικό, αλληλοεισχώρησης, αλληλοδιαπερνώντας
- дутьё στα ελληνικά - έκρηξη, χτύπημα, φυσώ, φύσημα, βλαστική, blast, ωστικό κύμα
- жировик στα ελληνικά - χελώνι, σαρκώδης κύστη, Wen, Γουέν, εξόγκωμα
Τυχαίες λέξεις
Лепной στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαστικός, στόκος, γυψομάρμαρο, στόκο, από γυψομάρμαρο, γυψομαρμαροκονίαμα
Μεταφράσεις: πλαστικός, στόκος, γυψομάρμαρο, στόκο, από γυψομάρμαρο, γυψομαρμαροκονίαμα