Летчик στα ελληνικά

Μετάφραση: летчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιλότος, πιλοτάρω, αεροπόρος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
Летчик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • архангел στα ελληνικά - αρχάγγελος, Αρχαγγέλου, αρχάγγελο, αρχάγγελου
  • биток στα ελληνικά - σύνθημα, στέκα, Cue, λευκή, σύνθημά
  • воспрещение στα ελληνικά - αποκλεισμός, απαγόρευση, απαγορεύω, αρνησικυρία, απαγορευμένο, αποκλείω, απαγόρευσης, ...
  • дебаты στα ελληνικά - διένεξη, διεκδικώ, διαφωνία, συζήτηση, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, ...
Τυχαίες λέξεις
Летчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιλότος, πιλοτάρω, αεροπόρος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική