Линза στα ελληνικά
Μετάφραση: линза, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυαλί, φακός, ποτήρι, τζάμι, φακού, φακό, φακών, του φακού
Μεταφράσεις
- вабить στα ελληνικά - δελεάζω, vabit
- водослив στα ελληνικά - υδατοφράκτης, εκχειλιστή, weir, υδροφράκτη, ρυθμιστικό φράγμα
- диктор στα ελληνικά - αφηγητής, ομιλητής, ηχείο, ηχείων, ομιλητή, ηχείου
- дрек στα ελληνικά - αρπαγή, τσιγκέλι, μικρή άγκυρα
Τυχαίες λέξεις
Линза στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυαλί, φακός, ποτήρι, τζάμι, φακού, φακό, φακών, του φακού
Μεταφράσεις: γυαλί, φακός, ποτήρι, τζάμι, φακού, φακό, φακών, του φακού