Малометражный στα ελληνικά
Μετάφραση: малометражный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευρύχωρος, μικρός, μικρού μεγέθους, μικρές, μικρών, μικρών διαστάσεων, μικρό μέγεθος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адсорбент στα ελληνικά - προσροφητικόν, προσροφητού, προσροφητικό, προσροφητικού, προσροφητικό υλικό
- вертеть στα ελληνικά - περιστρέφω, στροφή, κύλινδρος, βιδώνω, βίδα, περιστρέφομαι, κυλώ, ...
- вирши στα ελληνικά - άτεχνη ποίηση
- единоверец στα ελληνικά - coreligionist
Τυχαίες λέξεις
Малометражный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευρύχωρος, μικρός, μικρού μεγέθους, μικρές, μικρών, μικρών διαστάσεων, μικρό μέγεθος
Μεταφράσεις: ευρύχωρος, μικρός, μικρού μεγέθους, μικρές, μικρών, μικρών διαστάσεων, μικρό μέγεθος