Масса στα ελληνικά
Μετάφραση: масса, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωδεκάδα, ακαθάριστος, στοιβάδα, συρροή, όρος, πλήθος, όγκος, βουνό, δέσμη, κατατάσσω, πρόστυχος, χοντρός, μάζα, φωνή, αισχρός, κοπάδι, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буффон στα ελληνικά - κλόουν, παλιάτσος, γελωτοποιός, buffoon, καραγκιόζη, μπούφοι
- вокалист στα ελληνικά - μουσικός, τραγουδιστής, αοιδός, τραγουδιστή, τραγουδίστρια, φωνητικά
- выколачивать στα ελληνικά - δέρνω, νικώ, χτυπώ, νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, ...
- доноситься στα ελληνικά - γερός, χαιρετίζω, ήχος, φτάνω, παίρνω, αποκτώ, χαιρετώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Масса στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωδεκάδα, ακαθάριστος, στοιβάδα, συρροή, όρος, πλήθος, όγκος, βουνό, δέσμη, κατατάσσω, πρόστυχος, χοντρός, μάζα, φωνή, αισχρός, κοπάδι, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Μεταφράσεις: δωδεκάδα, ακαθάριστος, στοιβάδα, συρροή, όρος, πλήθος, όγκος, βουνό, δέσμη, κατατάσσω, πρόστυχος, χοντρός, μάζα, φωνή, αισχρός, κοπάδι, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους