Микшировать στα ελληνικά
Μετάφραση: микшировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακατεύω, ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Μεταφράσεις
- бейсбол στα ελληνικά - μπάλα, κουβάρι, μπέιζμπολ, του μπέιζμπολ, baseball, το μπέιζμπολ
- делимое στα ελληνικά - μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
- детоубийца στα ελληνικά - σκότωσαν τα παιδιά τους, σκότωσαν τα παιδιά
- жить στα ελληνικά - εμμένω, μένω, ζω, ζωντανός, υπάρχω, βρίσκομαι, κόσμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Микшировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακατεύω, ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Μεταφράσεις: ανακατεύω, ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε