Мирской στα ελληνικά
Μετάφραση: мирской, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τετριμμένος, στρώνω, χρονικός, εγκόσμιος, ξαπλώνω, κοσμικός, κοσμικές, εγκόσμια, κοσμικά, τις κοσμικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аспиратор στα ελληνικά - αναρροφητήρα, αναρροφητήρας, αναρροφητού, αναρροφητήρος, αναρροφητή
- ввалить στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, πέταγμα, πέφτουν, στεγνωτήριο, κατρακυλούν, ...
- джордж στα ελληνικά - Γεώργιος, Γιώργος, George, Γεωργίου, Γιώργο
- забелить στα ελληνικά - ξασπρίζω, λευκαίνω, λευκαίνουν τα, whiten, λευκάνετε
Τυχαίες λέξεις
Мирской στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τετριμμένος, στρώνω, χρονικός, εγκόσμιος, ξαπλώνω, κοσμικός, κοσμικές, εγκόσμια, κοσμικά, τις κοσμικές
Μεταφράσεις: τετριμμένος, στρώνω, χρονικός, εγκόσμιος, ξαπλώνω, κοσμικός, κοσμικές, εγκόσμια, κοσμικά, τις κοσμικές