Мошонка στα ελληνικά
Μετάφραση: мошонка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όσχεο, οσχέου, όσχεου, το όσχεο, scrotum
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспроводный στα ελληνικά - ασύρματο, ασύρματος, ασύρματη, ασύρματου, ασύρματης
- бюрократический στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
- воодушевляться στα ελληνικά - διανύω, βρίσκομαι, είμαι, ζέσταμα, ζεσταθεί, προθέρμανση, προθέρμανσης, ...
- вотировать στα ελληνικά - ψήφος, ψηφίζω, ψηφίστε για, Ψηφήστε για, ψηφίστε υπέρ, ψηφίστε υπέρ του, ψηφίστε υπέρ των
Τυχαίες λέξεις
Мошонка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όσχεο, οσχέου, όσχεου, το όσχεο, scrotum
Μεταφράσεις: όσχεο, οσχέου, όσχεου, το όσχεο, scrotum