Мстительный στα ελληνικά
Μετάφραση: мстительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аммонит στα ελληνικά - αμμωνίτη, αμμωνίτης, ammonite, αμμωνιτών
- впадающий στα ελληνικά - εισροής, εισρέει, που εισρέει, εισρέοντος, πλευρά εισροής
- глава στα ελληνικά - κεφάλι, ηγετικός, αφέντης, ηγέτης, κεφαλιά, ηγήτορας, μετρ, ...
- громыхать στα ελληνικά - τραντάζω, προσκρούω, κουδουνίζω, μπουμπουνίζω, πάταγος, αντιπαράθεση, κροτώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Мстительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί
Μεταφράσεις: εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί