Набойщик στα ελληνικά
Μετάφραση: набойщик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυπογράφος, τσίτι, Calico, βαμβακερά, βαμβακερό ύφασμα, Υφάσματα βαμβακερά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акклиматизировавшийся στα ελληνικά - εγκλιματιστεί, εγκλιματίστηκαν, εγκλιματίζονται, εγκλιματισμένο, εγκλιματίζεται
- брезжит στα ελληνικά - ξημερώνει, ανατέλλει, ξημερώματα, αυγές, αυγή της
- вдовушка στα ελληνικά - χήρα, χήρας, χηρείας, η χήρα, χήρα του
- возгореться στα ελληνικά - καταλαμβάνω, αρπάζω φωτιά, πιάσουν φωτιά, πιάσει φωτιά, να πιάσει φωτιά, να αναφλεγούν
Τυχαίες λέξεις
Набойщик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυπογράφος, τσίτι, Calico, βαμβακερά, βαμβακερό ύφασμα, Υφάσματα βαμβακερά
Μεταφράσεις: τυπογράφος, τσίτι, Calico, βαμβακερά, βαμβακερό ύφασμα, Υφάσματα βαμβακερά