Нагреться στα ελληνικά
Μετάφραση: нагреться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίρνω, αποκτώ, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богатство στα ελληνικά - χρυσός, ευφορία, μέσο, μέσον, πλούτη, πολυτελής, γονιμότητα, ...
- великобританский στα ελληνικά - Βρετανοί, Βρετανός, βρετανική, βρετανικό, βρετανικής
- вымачивание στα ελληνικά - διάλυση, διαβροχή, διαβροχής, εμπότιση, τη διαβροχή
- галлия στα ελληνικά - γάλλιο, γαλλίου, του γαλλίου, το γάλλιο
Τυχαίες λέξεις
Нагреться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίρνω, αποκτώ, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
Μεταφράσεις: παίρνω, αποκτώ, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά