Намёт στα ελληνικά
Μετάφραση: намёт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλπασμός, καλπάζω, γκάλοπ, namёt
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- актуальность στα ελληνικά - επικαιρότητα, την επικαιρότητα, επικαιρότητας, επίκαιρο, επίκαιρο χαρακτήρα
- баул στα ελληνικά - προβοσκίδα, μπαούλο, σεντούκι, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού
- выгладить στα ελληνικά - σιδερένιος, σιδερώνω, πιέζω, πρεσάρω, εξομάλυνση, λειάνετε, απαλύνει, ...
- гаситель στα ελληνικά - σβήνων, αποσβέστης, αποσβεστή, αποσβέστη, αποσβεστήρα
Τυχαίες λέξεις
Намёт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλπασμός, καλπάζω, γκάλοπ, namёt
Μεταφράσεις: καλπασμός, καλπάζω, γκάλοπ, namёt