Настороженный στα ελληνικά
Μετάφραση: настороженный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καχύποπτος, άγρυπνος, ύποπτος, προσεχτικός, προσεκτικός, επιφυλακτικός, τεντωμένος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абака στα ελληνικά - καννάβι της μανίλας, άβακα, αβάκα, αμπάκα, abaca
- амбре στα ελληνικά - μυρίζω, ευωδιά, άρωμα, ευωδία, μυρωδιά, οσμή, το άρωμα, ...
- губерния στα ελληνικά - αρμοδιότητα, επαρχία, επαρχίας, Province, Διαμέρισμα, την επαρχία
- дилетантство στα ελληνικά - απειροτεχνία, ντιλλεταντισμό, ερασιτεχνισμό, το ντιλλεταντισμό
Τυχαίες λέξεις
Настороженный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καχύποπτος, άγρυπνος, ύποπτος, προσεχτικός, προσεκτικός, επιφυλακτικός, τεντωμένος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Μεταφράσεις: καχύποπτος, άγρυπνος, ύποπτος, προσεχτικός, προσεκτικός, επιφυλακτικός, τεντωμένος, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση