Непроизводительный στα ελληνικά
Μετάφραση: непроизводительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναποτελεσματικός, μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аммиачный στα ελληνικά - αμμωνιακός, αμμωνία, αμμωνίας, αμμώνιο, αμμωνιακό
- аппретурщик στα ελληνικά - οδοποιίας, νικητές, τερματίσουν, τερματίσαντες, τερμάτισαν
- демагог στα ελληνικά - δημαγωγός, δημαγωγού, δημαγωγό, του δημαγωγού
- дозиметр στα ελληνικά - παρακολουθώ, οθόνη, δοσίμετρο, δοσομετρητής, τοποθέτηση δοσιμέτρων, δοσιμέτρου, δοσίμετρο που
Τυχαίες λέξεις
Непроизводительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός, μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός, μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική