Неуверенность στα ελληνικά
Μετάφραση: неуверенность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπορώ, κουτί, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выведывать στα ελληνικά - αποσπώ, επιφέρω, βγάζω, κουνάβι, ξετρυπώσουμε, ξετρυπώσει, κουνάβι από, ...
- гавань στα ελληνικά - αριστερός, φωλιάζω, φυγαδεύω, λιμάνι, λιμανιού, λιμένα, το λιμάνι, ...
- губоцветный στα ελληνικά - χειλοτός, χειλάνθης, της χειλάνθης
- детская στα ελληνικά - φυτώριο, μωρό, παιδί, παιδιού, το παιδί, παιδικής, του παιδιού
Τυχαίες λέξεις
Неуверенность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπορώ, κουτί, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
Μεταφράσεις: μπορώ, κουτί, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα