Неудовольствие στα ελληνικά
Μετάφραση: неудовольствие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άχτι, δυσφορία, αντιπάθεια, δυσαρέσκεια, μνησικακία, δυσαρέσκειά, τη δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вожжи στα ελληνικά - χαλινάρι, φίμωτρο, χαλιναγωγήσει, χαλιναγωγήσουν, τη συγκράτηση, συγκρατήσουν
- дистрибьютор στα ελληνικά - διανομέας, διανομέα, διανομής, του διανομέα, διανομείς
- жерло στα ελληνικά - αυλός, στόμα, κρατήρας, σωλήνας, πίπα, στόμιο, το στόμα, ...
- житье στα ελληνικά - ζωή, ισόβιος, βίος, κατοικία, κατοίκηση, κατοίκησης, κατοίκησή, ...
Τυχαίες λέξεις
Неудовольствие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άχτι, δυσφορία, αντιπάθεια, δυσαρέσκεια, μνησικακία, δυσαρέσκειά, τη δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια
Μεταφράσεις: άχτι, δυσφορία, αντιπάθεια, δυσαρέσκεια, μνησικακία, δυσαρέσκειά, τη δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια