Неурочный στα ελληνικά
Μετάφραση: неурочный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφίβολος, παράκαιρος, ασαφής, αμυδρός, αβέβαιος, ακαθόριστος, ασυνήθης, ασυνήθιστος, ασυνήθιστο, ασυνήθιστη, ασυνήθιστες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апелляция στα ελληνικά - έφεση, τραβώ, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή
- гардина στα ελληνικά - κουρτίνα, αυλαία, κουρτίνες, κουρτινών, τις κουρτίνες, παραπετάσματα, οι κουρτίνες
- гипс στα ελληνικά - ρίξιμο, αλάβαστρο, βολή, γύψος, λευκοπλάστης, επιτελείο, γύψου, ...
- дюгонь στα ελληνικά - Ντιγκόνγκ, φώκιες, Dugong, θαλάσσια αγελάδα
Τυχαίες λέξεις
Неурочный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφίβολος, παράκαιρος, ασαφής, αμυδρός, αβέβαιος, ακαθόριστος, ασυνήθης, ασυνήθιστος, ασυνήθιστο, ασυνήθιστη, ασυνήθιστες
Μεταφράσεις: αμφίβολος, παράκαιρος, ασαφής, αμυδρός, αβέβαιος, ακαθόριστος, ασυνήθης, ασυνήθιστος, ασυνήθιστο, ασυνήθιστη, ασυνήθιστες