Обмуровка στα ελληνικά

Μετάφραση: обмуровка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιβάλλον, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση
Обмуровка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • акр στα ελληνικά - στρέμμα, στρεμμάτων, εκτάριο, acre, στρέμματος
  • бура στα ελληνικά - βόραξ, βόρακα, βόρακας, βορικό, βορικό νάτριο
  • випера στα ελληνικά - οχιά, Viper, οχιάς, οχιών, έχιδνα
  • доверчивость στα ελληνικά - ευπιστία, την ευπιστία, ευπιστίας, ακρισίας
Τυχαίες λέξεις
Обмуровка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιβάλλον, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση