Обмуровка στα ελληνικά
Μετάφραση: обмуровка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιβάλλον, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση
![Обмуровка στα ελληνικά Обмуровка στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-21873.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акр στα ελληνικά - στρέμμα, στρεμμάτων, εκτάριο, acre, στρέμματος
- бура στα ελληνικά - βόραξ, βόρακα, βόρακας, βορικό, βορικό νάτριο
- випера στα ελληνικά - οχιά, Viper, οχιάς, οχιών, έχιδνα
- доверчивость στα ελληνικά - ευπιστία, την ευπιστία, ευπιστίας, ακρισίας
Τυχαίες λέξεις
Обмуровка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιβάλλον, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση
Μεταφράσεις: περιβάλλον, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση