Обрисовывать στα ελληνικά

Μετάφραση: обрисовывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιαγραφώ, απεικονίζω, περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, περίληψη, διάρθρωσης
Обрисовывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • банк στα ελληνικά - ανάχωμα, τράπεζα, όχθη, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, τραπεζική
  • биосфера στα ελληνικά - βιόσφαιρα, βιόσφαιρας, της βιόσφαιρας, τη βιόσφαιρα, στη βιόσφαιρα
  • делать στα ελληνικά - αχρηστεύω, εκτελώ, προκαταλαμβάνω, δουλειά, εργάζομαι, γελοιοποιώ, μεταβάλλω, ...
  • диграф στα ελληνικά - δίφθογγος, δίγραμμα, γράφος, διγράφο
Τυχαίες λέξεις
Обрисовывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιαγραφώ, απεικονίζω, περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, περίληψη, διάρθρωσης