Одурманить στα ελληνικά

Μετάφραση: одурманить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβλακώνω, ξεγελώ, ναρκώ, ναρκώνω, χόκους, hocus
Одурманить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • добывать στα ελληνικά - βγάζω, μεταλλείο, προκύπτω, απολαβή, αποκτώ, επιφέρω, νταμάρι, ...
  • драглайн στα ελληνικά - dragline
  • дудки στα ελληνικά - σωλήνες, σωλήνων, σωληνώσεις, αγωγοί, αγωγών
  • животноводство στα ελληνικά - ζώο, κτήνος, ζώα, κτηνοτροφία, ζωικού κεφαλαίου, κτηνοτροφίας, ζωικό κεφάλαιο
Τυχαίες λέξεις
Одурманить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβλακώνω, ξεγελώ, ναρκώ, ναρκώνω, χόκους, hocus