Оживляться στα ελληνικά
Μετάφραση: оживляться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναζωογονώ, επιταχύνω, αναβιώνω, ανάκτηση, ανακτήσει, ανακτούν, την ανάκτηση, ανακάμψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- голубушка στα ελληνικά - περιστέρι, αγάπη, αγάπη μου, Ντάρλινγκ, darling, η αγάπη
- дверь στα ελληνικά - λήμμα, είσοδος, καταχώρηση, πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, ...
- доедать στα ελληνικά - τρώω, τρώνε, τρώνε μέχρι, φάει έως, φάει μέχρι, φάει επάνω
- завладеть στα ελληνικά - κατάσχω, καταλαμβάνω, να αναλάβει, να αναλάβουν, για να αναλάβει, να αναλάβει την, ανάληψης
Τυχαίες λέξεις
Оживляться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναζωογονώ, επιταχύνω, αναβιώνω, ανάκτηση, ανακτήσει, ανακτούν, την ανάκτηση, ανακάμψει
Μεταφράσεις: αναζωογονώ, επιταχύνω, αναβιώνω, ανάκτηση, ανακτήσει, ανακτούν, την ανάκτηση, ανακάμψει