Опровергнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: опровергнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικρούω, αναιρώ, ανασκευάζω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Опровергнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вонища στα ελληνικά - βρώμα, μπόχα, βρομιά, βρομώ, βρόμα, δυσωδία, vonischa
  • впитываться στα ελληνικά - μουσκεύω, εμποτίζω, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
  • газават στα ελληνικά - Τζιχάντ, Jihad, το τζιχάντ, της Τζιχάντ
  • дронт στα ελληνικά - μυθολογικό πτηνό, dodo, Ντοντό, Ντόντο, Δωδώ
Τυχαίες λέξεις
Опровергнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικρούω, αναιρώ, ανασκευάζω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν