Αντικρούω στα ρωσικά

Μετάφραση: αντικρούω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
опровергать, опровергнуть, отражать, опровергают
Αντικρούω στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντικρούω

αντικρούω συνώνυμα, αντικρούω στα αγγλικα, αντικρούω συνώνυμο, αντικρούω λεξικό, αντικρούω λεξικό γλώσσας ρωσικά, αντικρούω στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αντικειμενικός στα ρωσικά - объективный, цель, объект, стремление, предметный, объектив, задача, ...
  • αντικρίζω στα ρωσικά - фас, лик, лицевать, поморщить, взор, сопоставлять, гримаса, ...
  • αντιλέγω στα ρωσικά - возражать, противоречить, оспорить, перечить, возразить, оспаривать, опровергать, ...
  • αντιλαλώ στα ρωσικά - наследовать, подражать, отзвук, отклик, перепевать, резонанс, вторить, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντικρούω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: опровергать, опровергнуть, отражать, опровергают