Осведомленный στα ελληνικά
Μετάφραση: осведомленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνετός, φρόνιμος, εξοικειωμένος, σοφός, γνώστης, γνώστες, γνώσεις, γνώση, καταρτισμένο
Μεταφράσεις
- бейсбол στα ελληνικά - μπάλα, κουβάρι, μπέιζμπολ, του μπέιζμπολ, baseball, το μπέιζμπολ
- бельэтаж στα ελληνικά - ημιώροφος, πατάρι, ημιώροφο, μεσοπάτωμα, mezzanine
- выцветать στα ελληνικά - ξεθωριάζω, αραιώνω, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει
- деревянистый στα ελληνικά - ξυλώδης, ξυλώδη, ξυλώδεις, ξυλωδών, γραμμοειδή, ξυλώδες
Τυχαίες λέξεις
Осведомленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνετός, φρόνιμος, εξοικειωμένος, σοφός, γνώστης, γνώστες, γνώσεις, γνώση, καταρτισμένο
Μεταφράσεις: συνετός, φρόνιμος, εξοικειωμένος, σοφός, γνώστης, γνώστες, γνώσεις, γνώση, καταρτισμένο