Отдохнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: отдохнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάστημα, υπόλοιπος, συλλαβίζω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, ορθογραφώ, ξόρκι, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα
Отдохнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амвон στα ελληνικά - AMBO, άμβωνας, ΑΜΒΟ, άμβωνα, της ΑΜΒΟ
  • бабочка στα ελληνικά - σκόρος, πεταλούδα, σκώρος, πεταλούδας, πεταλούδων, πεταλούδες
  • другой στα ελληνικά - διαφορετικός, καινούριος, δεύτερον, νέος, δεύτερος, δευτερόλεπτο, άλλος, ...
  • журавль-красавка στα ελληνικά - δεσποινίς, Demoiselle
Τυχαίες λέξεις
Отдохнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάστημα, υπόλοιπος, συλλαβίζω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, ορθογραφώ, ξόρκι, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα