Отравление στα ελληνικά
Μετάφραση: отравление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δηλητηρίαση, δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από
Μεταφράσεις
- ангел στα ελληνικά - πνεύμα, άγγελος, αγγέλου, άγγελο, Ο Angel, αγγέλων
- богослужение στα ελληνικά - εξωκλήσι, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
- выдра στα ελληνικά - βίδρα, με πόρτες, ενυδρίδα, ενυδρίδας, βίδρας
- дружеский στα ελληνικά - κοινωνικός, φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
Τυχαίες λέξεις
Отравление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δηλητηρίαση, δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από
Μεταφράσεις: δηλητηρίαση, δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δηλητηρίασης, δηλητηριάσεις, δηλητηρίαση από, δηλητηρίασης από