Отремонтировать στα ελληνικά

Μετάφραση: отремонтировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκαθιστώ, επισκευή, ανακαινίζω, επισκευάζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Отремонтировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • басня στα ελληνικά - θρύλος, ιστορία, μύθος, μύθο, μύθου, παραμύθι, ο μύθος
  • брюшко στα ελληνικά - συντεχνία, προκοίλι, κοιλιά, κοιλιακή χώρα, κοιλιάς, κοιλία, στην κοιλιά
  • ворожея στα ελληνικά - μάντισσα, μάντης, μέντιουμ, μάντη
  • выпиливание στα ελληνικά - πριόνισμα, πριονίσματος, στο πριόνισμα, το πριόνισμα, πριονισμού
Τυχαίες λέξεις
Отремонтировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκαθιστώ, επισκευή, ανακαινίζω, επισκευάζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης