Пешка στα ελληνικά

Μετάφραση: пешка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνδρας, άνθρωπος, επανδρώνω, πιόνι, πιονιού, ενέχυρο, το πιόνι, παίγνιο
Пешка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буколический στα ελληνικά - ποιμενικός, βουκολικός, βουκολικό, βουκολική, βουκολικής, βουκολικοί
  • бушлат στα ελληνικά - μπιζέλι, μπιζελιού, αρακά, μπιζελιών, μπιζέλια
  • геохимия στα ελληνικά - γεωχημεία, Γεωχημείας, της γεωχημείας, γεωχημεία του
  • гидростатический στα ελληνικά - υδροστατικός, υδροστατική, υδροστατικής, υδροστατικό, υδροστατικά
Τυχαίες λέξεις
Пешка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνδρας, άνθρωπος, επανδρώνω, πιόνι, πιονιού, ενέχυρο, το πιόνι, παίγνιο