Пиршество στα ελληνικά
Μετάφραση: пиршество, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευωχούμαι, συμπόσιο, πανηγύρι, πανδαισία, εκδρομή, διασκεδάζω, γλέντι, τζάνκετ, πυτιασμένου
Μεταφράσεις
- абиссальный στα ελληνικά - απειροβαθής, χαώδης, αβυσσιακό, αβυσσική, abyssal
- выпутывание στα ελληνικά - ξέμπλεγμα, απεμπλοκής, απεμπλοκή, της απεμπλοκής, απεμπλοκής που
- говядина στα ελληνικά - βοδινό κρέας, βοδινό, βοείου κρέατος, βόειο κρέας, του βοείου
- жесткий στα ελληνικά - ξηρός, σταθερός, αδιάλλακτος, αγενής, αυστηρός, δριμύς, τραχύς, ...
Τυχαίες λέξεις
Пиршество στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευωχούμαι, συμπόσιο, πανηγύρι, πανδαισία, εκδρομή, διασκεδάζω, γλέντι, τζάνκετ, πυτιασμένου
Μεταφράσεις: ευωχούμαι, συμπόσιο, πανηγύρι, πανδαισία, εκδρομή, διασκεδάζω, γλέντι, τζάνκετ, πυτιασμένου