Подвить στα ελληνικά
Μετάφραση: подвить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατσαρώνω, μπούκλα, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων
![Подвить στα ελληνικά Подвить στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-26813.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- враки στα ελληνικά - ανοησίες, βλακείες, βούλα, κείμαι, ψεύδομαι, σκουπίδια, ταύρος, ...
- гарпунер στα ελληνικά - καμακεύτης
- доверительный στα ελληνικά - εμπιστευτικός, απόρρητος, μυστικός, μυστικό, εμπιστευτικές, εμπιστευτικά, εμπιστευτικών, ...
- дуралей στα ελληνικά - βλάκας, ντοπάρω, μπούφος, booby, γκαφατζών, είχαν στηθεί
Τυχαίες λέξεις
Подвить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατσαρώνω, μπούκλα, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων
Μεταφράσεις: κατσαρώνω, μπούκλα, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων