Подрядчик στα ελληνικά

Μετάφραση: подрядчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτίστης, εργολάβος, οικοδόμος, χτίστης, ανάδοχος, ανάδοχο, αναδόχου, αντισυμβαλλόμενος
Подрядчик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антимилитаристский στα ελληνικά - antimilitaristic
  • бикини στα ελληνικά - μπικίνι, του μπικίνι, bikini, μπικίνι που, μπικίνι για
  • бронебойный στα ελληνικά - διάτρηση, τρύπημα, piercing, διάτρησης, τη διάτρηση
  • вельс στα ελληνικά - Wels, Βελς, το Wels, Ψείδ
Τυχαίες λέξεις
Подрядчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτίστης, εργολάβος, οικοδόμος, χτίστης, ανάδοχος, ανάδοχο, αναδόχου, αντισυμβαλλόμενος